Διαχρονικός, θα τολμούσαμε να πούμε, εμείς οι αδιάκοποι θαυμαστές του. Ακόμη και προφητικός. Μια πένα που στόχευε- στοχεύει, την ουσία επί της ουσίας της. Με λόγια απλά, με λέξεις απλές, έπλαθε προτάσεις που ήξεραν πως να ερμηνεύσουν τη σημασία τους. Πλούσια νοήματα, μέσα από σελίδες που έχουν να προσφέρουν τη μοναδικότητά τους και τις ερμηνείες τους, ακονίζοντας την κριτική μας σκέψη. Το βιβλίο του “Ντομάτα με γεύση μπανάνας” είναι ένα διαμάντι πολύτιμο που άντεξε στον χρόνο. Όχι μόνο άντεξε. Αλλά και προφήτευσε. Με γλώσσα- εικόνα, η οποία οικειοποιείται τον κάθε χαρακτήρα που θα μπορούσε να γνωρίσει κανείς, μέσα από τους διαλόγους και τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών, στην καθημερινότητά του. Στην καθημερινότητά μας. Ίσως και μια γλώσσα που σαν γενιά, η δική μας γενιά, δεν την “έζησε”. Προβληματισμοί που ίσως να έχουν πάψει να μας απασχολούν. Ή από επιλογή να τους έχουμε τοποθετήσει στην άκρη. Στο πατάρι. Γιατί έτσι μας αρέσει. Έτσι μας βολεύει. “Ντομάτα με γεύση μπανάνας λοιπόν”…
…Βλέπεις, ο άνθρωπος, αντί να δει τα όρια της ελευθερίας του στον παράδεισο, τα όρισε στη διεστραμμένη λογική του. Στη σκιά κάθε συναισθήματος καιροφυλακτεί ένας ανταγωνισμός, μια απαγόρευση. Πόσο φτωχοί και ανόητοι είναι εκείνοι που συνδέουν τη μοναξιά με την απουσία του ανθρώπινου πλήθους…
Η λογική κατά μια έννοια περιορίζει. Από μόνη της οριοθετεί τα δικά της περιοριστικά μέτρα. Αλλά, που ακριβώς περιορίζει και ποια είναι αυτά τα όρια; Σε καμία περίπτωση δεν αναφέρεται στο γεγονός, να μην είμαστε λογικοί. Αλλά να μην γινόμαστε έρμαια των περιορισμών της. Ίσως θα τολμούσαμε να πούμε πιο στοχευμένα, της υπερανάλυσης. Ακόμη και όλων αυτών των λογισμών που από φόβο ή ανασφάλεια, εγκλωβίστηκαν μόνο σε μια φανταστική εικόνα του “ίσως”, του “εάν” και του “θα μπορούσε”… Μας μεταμορφώνει σε ονειροπόλους μελαγχολικούς των αναστεναγμών. Έτσι, μας απομονώνει. Μας απομονώνει και μας μεταμορφώνει σε κρυψίνους που κρατάνε τα πάντα για τον εαυτό τους. Από φόβο και καχυποψία προς το πλήθος. Η μοναξιά είναι επιλογή. Το πλήθος ή θα απουσιάζει εσκεμμένα, ή θα φοβάται συνειδητά ή θα έχει άγνοια. Αυτό δεν χαρακτηρίζεται μοναξιά. Αλλά διάκριση ( για τους όποιους λόγους). Μοναξιά είναι η επιλογή. Πόσο μάλλον μια συζήτηση με τον εαυτό μας. Εκεί που συστηνόμαστε με τις σκιές μας. Τα όχι και τα ναι. Τα πρέπει και δεν πρέπει.
Χωρίς οριστική δράση η λογική δεν μπορεί να αποτελεί λογική προς όφελος. Χωρίς τη νοστιμιά ή την γλυκόπικρη γεύση του ρίσκου. Σε αυτή την περίπτωση η λογική είναι ανάλατη καθιστώντας μας κατά μια έννοια άβουλους. Άβουλα λογικούς. Παραγκωνίζοντας την ελευθερία του συναισθήματος ακόμα και της έκφρασης. Του λόγου! Ο ορθολογικός τρόπος, ασυνείδητα μας περνά αλυσίδες όπου με τον καιρό ύπουλα μεταμορφώνεται σε δεσμά που εγκλωβίζουν. Πόσο κοντά είμαστε σ’ αυτό το μοτίβο; Είναι λογικό… η λογική να παγιδεύει;
Η λογική δεν έχει μόνιμη κατοικία. Ταξιδεύει με τις εποχές και χτίζεται με τις συνέπειες του καθενός. Οι προβληματισμοί παραμένουν διαχρονικοί. Σε αντίθεση με τον “παράδεισο” όπου στη συγκεκριμένη αναφορά, απεικονίζει την ηρεμία. Το μόνιμο. Είναι μια κατάσταση βιδωμένη καλά στην πάροδο του χρόνου. Η συνείδηση που είναι απαλή και απαλλαγμένη. Ένας τόπος για τον καθένα που συναντά τον ανάλαφρο εαυτό του. Τα όρια της ελευθερίας. Την ελευθερία ατόφια. Της δράσης. Της ζωής. Όπου τα πράγματα είναι πιο απλά όταν είσαι ο εαυτός σου και τολμάς να πράξεις αυτό που αγαπάς. Αυθόρμητα. Η αναγνώριση του σωστού και του λάθους με τη γνήσια ματιά. Η ανακούφιση πως το τόλμησες και το αποτέλεσμα σου δίδαξε. Στη προκείμενη περίπτωση, ο παράδεισος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από την γνησιότητα της απλότητάς και των πράξεων μας, που έντυσαν οι σκέψεις μας. Που απέκτησαν αξία και νόημα. Μια διδακτική ουσία. Η ανακούφιση που την βιώνει κανείς ανεξαρτήτου αποτελέσματος. Μόνο και μόνο επειδή από τις πράξεις του έγινε σοφότερος. Είδε. Έπραξε και έμαθε. Αυτό έχει μια λογική.
…Τι διάολο, αν κάποιες στιγμές δεν προσπαθήσεις να υπερβείς τα καθιερωμένα, να μετρήσεις τα όρια της ελευθερίας σου, η ζωή καταντάει άνοστη και αρρωσταίνει. Βέβαια, αυτό πολλές φορές πληρώνεται, αλλά, εδώ που τα λέμε, χαρά χωρίς κόστος είναι χαρά χωρίς πληρότητα…
Θα παρατηρήσει κανείς πως όλα συνδέονται. Επαναλαμβάνοντας πως η ζωή είναι δράση. Είναι ρίσκο, υπενθυμίζοντάς μας, με τον τρόπο της, πως οφείλουμε να είμαστε ξάγρυπνοι. Έχει τη γλύκα της “κτητικότητάς” στις πράξεις μας. Η ζωή καταντάει άρρωστη όταν δεν ζούμε. Όταν δεν παθιαζόμαστε γνήσια γι’ αυτό που λαχταράμε και αρρωσταίνει όταν καταντάμε άβουλοι και υπερόπτες. Η ζωή διδάσκει. Μας θέλει ορειβάτες. Να σκαρφαλώνουμε στους στόχους μας και να κερδίζουμε τους “τίτλους” που λαχταρήσαμε. Βέβαια… όλα κρέμονται από μια λεπτή κλωστή. Το σημείο αυτό αποτελεί τη μετάβαση της παραπληροφόρησης των εννοιών. Οι ίδιοι γινόμαστε θηρία για τα θέλω μας. Αυτό πολλές φορές πληρώνεται. Μεταμορφωνόμαστε. Αλλοιωνόμαστε. Στο βάθρο της έπαρσης αποκτάμε άλλη μορφή. Αλαζονική. Αυτή η κατά φαντασίαν άτρωτη! Μα και αυτό είναι μέσα στη ζωή. Ο “παράδεισος” εδώ είναι η συνειδητότητα των πράξεων. Η επαναφορά στις εργοστασιακές μας ρυθμίσεις. Του αγωνιστή και όχι του υπερόπτη. Της αυτογνωσίας όσον αφορά το άσχημο και της διόρθωσής. Η ζωή αρρωσταίνει όταν αλόγιστα συμπεριφερόμαστε ισοπεδωτικά για ένα καπρίτσιο. Το “υπερβαίνω τα όρια”, στην ουσία του, κατέχει πνευματικότητα μέσα του. Η χαρά έχει το κόστος της, αλλά παραμένει χαρά, όταν συνειδητοποιεί κανείς το συνολικό αποτέλεσμα που προέκυψε. Τόσο ηθικά. Τόσο υπαρκτά. Η ζωή έχει πολλές όψεις. Η χαρά μέσα σ’ αυτήν έχει και το κόστος της. Το κόστος της επιλογής. Να ζήσεις. Να τολμήσεις. Να απαγοητευτείς. Να κερδίσεις. Να χάσεις. Να κλάψεις και να γελάσεις. Να ζήσεις με το κάθε τίμημα. Έτσι θα χαρείς τη ζωή.
…Το πρόβλημα είναι ότι παραδοθήκαμε στην απόλυτη κυριαρχία του λεγόμενου ορθολογισμού. Έκτοτε, τα βήματα της πιο άγριας βαρβαρότητας στην εξέλιξη μας μας επιβάλλονται ως αναγκαιότητα. Από ποιον και για ποιόν;
Ένα ερώτημα είναι – γιατί παραδοθήκαμε; Μας αρέσει το άνετο. Η βολική σκέψη και όχι η κριτική. Το άνετο σκουριάζει. Είναι εύκολο να το ξεχωρίσεις. Να το εντοπίσεις. Είναι δύσκολο να το αποφύγεις. Να το προσπεράσεις. Είναι θέμα προσωπικό. Ατομικό και φυσικά… κοινωνικό. Πολλά “άνετα” γενούν μια “‘άνετη” κοινωνία μέσα σε μια και μόνον ατάκα. “Η λογική το λέει…”. Το άνετο δεν θέλει να κουράσει. Δεν επιδιώκει την προσπάθεια. Προσαρμόζεται με το λίγο. Το λίγο αλλά βολικό. Αυτό που γίνεται αναγκαία συνήθεια θανάτου. Αυτό το άνετο που κόβει τις προσπάθειες- ελπίδες κάθε εξέλιξης. Που σε θέλει στα δικά του μέτρα και σταθμά. Αυτό που σιγά – σιγά βαφτίζει λογικό το παράλογο. Είναι αναγκαία λοιπόν μια επανάσταση. Μια λογική επανάσταση. Εδώ όπου η λογική στέκεται σύμμαχος και όχι λαβύρινθος. Και η λογική εδώ λέει απροκάλυπτα και καθαρά… ξεβολευτείτε! Αλλάξτε τρόπο σκέψης. Ψάξτε το δίκαιο. Μας φωνάζει κουραστείτε λίγο παραπάνω. Κάντε μια αλλαγή στον τρόπο που σκέφτεστε, όχι μόνον για εσάς τους ίδιους. Αλλά και για όλους- όλα που θα αφήσετε παρακαταθήκη. Αντιδράστε σε αυτό το σύστημα που σας θέλει- θέλουν ακούραστους και βολικούς. Μας θυμίζει πολλά. Βαρβαρότητα… τι μπορεί να σημαίνει;
(Αποσπάσματα από το βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου, Ντομάτα με γεύση μπανάνας)
(Σχολιασμός oinosgrape)